Η Θήρα είναι το αρχαίο όνομα του κυκλαδίτικου νησιού της Σαντορίνης και του ομώνυμου ηφαιστείου που εξερράγη κατά τη μέση Εποχή του Χαλκού και κάλυψε το Ακρωτήρι, τον πιο σημαντικό οικισμό, με ελαφρόπετρα και ηφαιστειακή στάχτη, διατηρώντας τον σε άριστη κατάσταση.
Πρώτη κατοίκηση
Τα παλαιότερα ίχνη κατοίκησης στο Ακρωτήρι (που πήρε την ονομασία του από το γειτονικό σύγχρονο χωριό), χρονολογείται στο μέσο της 5ης χιλιετίας π.Χ., όταν μια μικρή κοινότητα αλιέων και γεωργών εγκαταστάθηκε σε ένα ακρωτήριο. Μέχρι την 3η χιλιετία π.Χ., η παρουσία λαξευτών ταφικών θαλάμων, κεραμικής και λίθινων αγγείων και ειδωλίων, δείχνουν ότι είχε σημειωθεί σημαντική ανάπτυξη. Το μάρμαρο που χρησιμοποιήθηκε για τα αγγεία αυτά, πιθανόν προήλθε από τα κοντινά νησιά της Πάρου και της Νάξου και μαζί με τα ευρήματα θηραϊκής ελαφρόπετρας (που χρησιμοποιούνταν ως λειαντικό μέσο), υποδηλώνει την παρουσία εμπορίου μεταξύ των νησιών. Ξυλεία και τρόφιμα ανταλλάσσονταν, πιθανότατα, την ίδια περίοδο, όχι μόνο εντός των Κυκλάδων, αλλά και με την ηπειρωτική Ελλάδα και την Κρήτη.
Γύρω στο 2000 π.Χ., ο οικισμός επεκτείνεται περαιτέρω και ένα εγκαταλελειμμένο νεκροταφείο σκεπάζεται και οικοδομείται – τόσο ο εντοπισμός θραυσμάτων μεγάλων αμφορέων στα υλικά κάλυψης, όσο και η ανεύρεση σκοτεινόχρωμων στιλβωμένων αγγείων («ομάδα Καστριού») δείχνουν ότι υπήρχαν υγιείς εμπορικές σχέσεις στο Αιγαίο. Στρατηγικά τοποθετημένη στην εμπορική διαδρομή του χαλκού μεταξύ Κύπρου και μινωικής Κρήτης, το Ακρωτήρι έγινε σημαντικό κέντρο μεταλλουργίας, όπως αποδεικνύεται από ευρήματα καλουπιών και χωνευτηριών.
Αστικοποίηση και καταστροφή
Από το 2000 έως το 1650 π.Χ., το Ακρωτήρι αστικοποιείται και εμφανίζει πλακόστρωτους δρόμους και εκτεταμένο αποχετευτικό δίκτυο. Κεραμική υψηλής ποιότητας παράγεται μαζικά και διακοσμείται με γραμμές και παραστάσεις φυτών και ζώων. Η μεταλλουργία και οι άλλες τέχνες (ειδικά όσες συνδέονται με τη ναυτιλία), γίνονται πιο εξειδικευμένες. Ακόμα, την περίοδο αυτή, υπάρχουν ενδείξεις έργων ανοικοδόμησης και επιδιόρθωσης καταστροφών από σεισμό.
Η ευημερία του Ακρωτηρίου σταμάτησε ξαφνικά με την μαζική, κατακλυσμική έκρηξη του ηφαιστείου του νησιού. Σεισμοί μεγέθους 7 Ρίχτερ κατέστρεψαν την πόλη και δημιούργησαν κύματα ύψους 9 μέτρων, πριν από την έκρηξη που ακολούθησε λίγες ημέρες αργότερα και απελευθέρωσε κατ’ εκτίμηση 15 δισ. τόνους μάγματος στην ατμόσφαιρα, αποτελώντας την μεγαλύτερη ηφαιστειακή έκρηξη των τελευταίων 10.000 ετών. Ολόκληρο το νησί καλύφθηκε από ένα παχύ στρώμα στάχτης, τα Τριάντα της Ρόδου καταστράφηκαν, στάχτη 7 εκ. κάλυψε τους οικισμούς της βόρειας Κρήτης, η Ανατολία υπέφερε από βροχή τέφρας· ακόμα και πυρήνες πάγου από τη Γροιλανδία δείχνουν τις εκτεταμένες επιπτώσεις της έκρηξης. Η ακριβής χρονολογία της έκρηξης έχει συζητηθεί πολύ από τους μελετητές, με πολύ διαφορετικές εκτιμήσεις να προβάλλονται σθεναρά, προκειμένου να υποστηριχθούν διάφορες υποθέσεις για άλλα γεγονότα, όπως η καταστροφή των μυκηναϊκών ανακτόρων ή οι ιμπεριαλιστικές φιλοδοξίες των Μυκηναίων στο Αιγαίο. Η χρονολογίες που συγκεντρώνουν τη μεγαλύτερη συναίνεση, κυμαίνονται μεταξύ 1650 και 1550 π.Χ. (με τους πυρήνες πάγου και τη ραδιοχρονολόγηση να «δείχνουν» προς την παλαιότερη).
Μετά την έκρηξη της Θήρας, η πόλη του Ακρωτηρίου καλύφθηκε πλήρως από ηφαιστειακή τέφρα και ως εκ τούτου παρέμεινε εξαιρετικά καλά διατηρημένη· για παράδειγμα, μέσω της κατασκευής εκμαγείων, κατέστη δυνατή η ταυτοποίηση συνήθως ευπαθών αντικειμένων όπως ξύλινων επίπλων, κυρίως καθισμάτων και κλινών. Ωστόσο, σε αντίθεση με την Πομπηία, όπου η ζωή μοιάζει να «πάγωσε» κατά την έκρηξη του Βεζούβιου το 79 μ.Χ., στο Ακρωτήρι δεν βρέθηκαν ανθρώπινα θύματα, ενώ υπάρχουν ενδείξεις για προσπάθειες απομάκρυνσης των συντριμμιών, κάτι που υποδηλώνει ότι υπήρξε ένα σύντομο κενό μεταξύ των σεισμών και της έκρηξης και ότι πολλοί κάτοικοι είχαν εγκαταλείψει την πόλη πριν από τον τελικό κατακλυσμό. Ο οικισμός παρέμεινε κρυμμένος μέχρι να αρχίσει η συστηματική ανασκαφή του το 1967 π.Χ.
Η καλοσχεδιασμένη πόλη είχε οικοδομικά τετράγωνα και πλατιούς δρόμους. Τα κτίρια ήταν διώροφα ή τριώροφα με επίπεδες στέγες που υποστηρίζονταν από κεντρικούς ξύλινους κίονες. Αρχιτεκτονικά στοιχεία, όμοια με εκείνα του μινωικού πολιτισμού, περιλαμβάνουν μεγάλους χώρους υποδοχής, δεξαμενές καθαρμών, ξεστή τοιχοποιία, κέρατα καθοσιώσεως και φωταγωγούς.
Αρχιτεκτονική και Τέχνη
Είναι ενδιαφέρον ότι σχεδόν όλα τα κτίρια που ανασκάφηκαν στο Ακρωτήρι, περιέχουν τοιχογραφίες στους εσωτερικούς τοίχους ενός ή περισσότερων δωματίων, γεγονός που δείχνει ότι δεν ήταν μόνο η ελίτ που είχε τέτοια έργα τέχνης στα σπίτια της. Τα θέματα και η τεχνοτροπία των νωπογραφιών ήταν έντονα επηρεασμένα από τον μινωικό πολιτισμό – θρησκευτικές πομπές, θεές, κρίνα, κρόκοι, κλπ – και από τον μεταγενέστερο μυκηναϊκό πολιτισμό της ηπειρωτικής Ελλάδας – γρύπες και οδοντόφρακτα κράνη. Πιο τοπικά θέματα, όπως κροκοσυλλέκτριες, θαλασσινά τοπία και αλιευτικές δραστηριότητες, ήταν επίσης δημοφιλή, όπως ήταν και τα εξωτικά ζώα, π.χ. αντιλόπες και πίθηκοι. Πολλά δωμάτια ήταν πλήρως καλυμμένα με ζωγραφικές απεικονίσεις τοπίων, που μαρτυρούν μια αγάπη για τη φύση και δημιουργούν ένα ισχυρό οπτικό αντίκτυπο που μεταφέρει τον θεατή πέρα από τα όρια του δωματίου.
Εκτός από τα θέματα των νωπογραφιών και άλλα ευρήματα όπως κρητικά και μυκηναϊκά αγγεία, σφραγίδες με μινωική εικονογραφία, κεραμικά βάρη αργαλειού, χαναανιτικά αγγεία, η χρήση της Γραμμικής Α και αντικείμενα αιγυπτιακής προέλευσης (ελεφαντόδοντο και κελύφη αυγών στρουθοκαμήλου), μαρτυρούν την διαρκή σπουδαιότητα του Ακρωτηρίου, ως σημαντικού εμπορικού κέντρου με επαφές σε ολόκληρο το Αιγαίο.
Αν και η χρονολόγηση είναι δύσκολη, οι συνέπειες της καταστροφής γίνονται προφανείς στα αρχαιολογικά λείψανα, αλλά και με πιο άυλους τρόπους. Έχει υποστηριχθεί ότι η έκρηξη της Θήρας ίσως αποτελεί τη βάση του μύθου της Ατλαντίδας – της καταστροφής ενός νησιού και της απώλειας ενός προηγμένου πολιτισμού. Από την σκοπιά των Ελλήνων της εποχής των λεγόμενων Σκοτεινών Αιώνων (από το π. 1100 π.Χ), η επηρεασμένη από τους Μινωίτες και τους Μυκηναίους κοινωνία της Θήρας, μπορεί να παρέπεμπε σε μια χρυσή εποχή, μια περίοδο που είχε να επιδείξει σπουδαιότερα πολιτιστικά και καλλιτεχνικά επιτεύγματα, αλλά έγινε παρελθόν μέσα σε λίγες μέρες, από ένα καπρίτσιο της φύσης.